Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παρακινέω
παρακινητικός
παρακίω
παρακλείω
παρακλέπτω
παράκλησις
παρακλητέος
παρακλητικός
παράκλητος
παρακλιδόν
παρακλίντωρ
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύω
παρακμάζω
παρακμή
παρακοή
παρακοινάομαι
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
View word page
παρακλίντωρ
παρακλίντωρ παρακλίντωρ, ορος, ὁ, = παρακλίτης, Anth.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παρακλίντωρ
Headword (normalized):
παρακλίντωρ
Headword (normalized/stripped):
παρακλιντωρ
IDX:
24642
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24670
Key:
parakli/ntwr

Data

{'content': 'παρακλίντωρ\n παρακλίντωρ, ορος, ὁ,\n = παρακλίτης, Anth.', 'key': 'parakli/ntwr'}