Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παρακαλύπτω
παρακαταβαίνω
παρακαταβάλλω
παρακαταβολή
παρακαταθήκη
παρακαταθνῄσκω
παρακατάκειμαι
παρακατακλίνω
παρακαταλέχομαι
παρακαταλείπω
παρακαταπήγνυμι
παρακατατίθημι
παρακατέχω
παρακατοικίζω
παρακαττύω
παράκειμαι
παρακέλευμα
παρακελεύομαι
παρακέλευσις
παρακελευσμός
παρακελευστικός
View word page
παρακαταπήγνυμι
παρακαταπήγνυμι fut. -καταπήξω to drive in alongside, Thuc.

ShortDef

to drive in alongside

Debugging

Headword:
παρακαταπήγνυμι
Headword (normalized):
παρακαταπήγνυμι
Headword (normalized/stripped):
παρακαταπηγνυμι
IDX:
24616
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24644
Key:
parakataph/gnumi

Data

{'content': 'παρακαταπήγνυμι\n fut. -καταπήξω\n to drive in alongside, Thuc.', 'key': 'parakataph/gnumi'}