Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραιτητής
παραίτιος
παραιφάμενος
παραίφασις
παραιωρέω
παρακάθημαι
παρακαθιδρύω
παρακαθίζω
παρακαθίημι
παρακαθίστημι
παρακαίω
παράκαιρος
παρακαλέω
παρακάλυμμα
παρακαλύπτω
παρακαταβαίνω
παρακαταβάλλω
παρακαταβολή
παρακαταθήκη
παρακαταθνῄσκω
παρακατάκειμαι
View word page
παρακαίω
παρακαίω to light or keep lighted beside, Hdt.
ShortDef
light beside
Debugging
Headword:
παρακαίω
Headword (normalized):
παρακαίω
Headword (normalized/stripped):
παρακαιω
IDX:
24602
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24630
Key:
parakai/omai
Data
{'content': 'παρακαίω\n to light or keep lighted beside, Hdt.', 'key': 'parakai/omai'}