Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραθέω
παραθεωρέω
παραθήκη
παραιθύσσω
παραίνεσις
παραινέω
παραίρεσις
παραιρέω
παραίρημα
παραισθάνομαι
παραίσιος
παραΐσσω
παραιτέομαι
παραίτησις
παραιτητής
παραίτιος
παραιφάμενος
παραίφασις
παραιωρέω
παρακάθημαι
παρακαθιδρύω
View word page
παραίσιος
παραίσιος παρ-αίσιος, ον, of ill omen, ominous, Il.
ShortDef
of ill omen, ominous
Debugging
Headword:
παραίσιος
Headword (normalized):
παραίσιος
Headword (normalized/stripped):
παραισιος
IDX:
24588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24616
Key:
parai/sios
Data
{'content': 'παραίσιος\n παρ-αίσιος, ον,\n of ill omen, ominous, Il.', 'key': 'parai/sios'}