Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραδυναστεύω
παραδύομαι
παράδυσις
παραδωσείω
παραείδω
παραείρω
παραζεύγνυμι
παράζυξ
παραζώννυμι
παραθαλάσσιος
παραθάλπω
παραθαρσύνω
παραθεάομαι
παραθέλγω
παραθερμαίνω
παράθερμος
παράθεσις
παραθέω
παραθεωρέω
παραθήκη
παραιθύσσω
View word page
παραθάλπω
παραθάλπω fut. ψω to comfort, cheer;— Pass., Eur.
ShortDef
to comfort, cheer
Debugging
Headword:
παραθάλπω
Headword (normalized):
παραθάλπω
Headword (normalized/stripped):
παραθαλπω
IDX:
24571
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24599
Key:
paraqa/lpw
Data
{'content': 'παραθάλπω\n fut. ψω\n to comfort, cheer;— Pass., Eur.', 'key': 'paraqa/lpw'}