Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραδοτός
παραδοχή
παραδράω
παραδρομή
παράδρομος
παραδυναστεύω
παραδύομαι
παράδυσις
παραδωσείω
παραείδω
παραείρω
παραζεύγνυμι
παράζυξ
παραζώννυμι
παραθαλάσσιος
παραθάλπω
παραθαρσύνω
παραθεάομαι
παραθέλγω
παραθερμαίνω
παράθερμος
View word page
παραείρω
παραείρω contr. -αίρω to lift up beside:—Pass., aor1 παρ-ηέρθην, to hang on one side, Il.
ShortDef
to lift up beside
Debugging
Headword:
παραείρω
Headword (normalized):
παραείρω
Headword (normalized/stripped):
παραειρω
IDX:
24566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24594
Key:
paraei/rw
Data
{'content': 'παραείρω\n contr. -αίρω\n to lift up beside:—Pass., aor1 παρ-ηέρθην, to hang on one side, Il.', 'key': 'paraei/rw'}