Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραδεκτέος
παραδεκτέος2
παραδέχομαι
παραδηλόω
παραδιακονέω
παραδίδωμι
παραδιηγέομαι
παραδοξία
παραδοξολογέω
παραδοξολογία
παραδοξολόγος
παράδοξος
παραδόσιμος
παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδράω
παραδρομή
παράδρομος
παραδυναστεύω
View word page
παραδοξολόγος
παραδοξολόγος παραδοξο-λόγος, ον, λέγω telling of marvels.
ShortDef
telling of marvels
Debugging
Headword:
παραδοξολόγος
Headword (normalized):
παραδοξολόγος
Headword (normalized/stripped):
παραδοξολογος
IDX:
24551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24579
Key:
paradocolo/gos
Data
{'content': 'παραδοξολόγος\n παραδοξο-λόγος, ον,\n λέγω\n telling of marvels.', 'key': 'paradocolo/gos'}