Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παράδεισος
παραδεκτέος
παραδεκτέος2
παραδέχομαι
παραδηλόω
παραδιακονέω
παραδίδωμι
παραδιηγέομαι
παραδοξία
παραδοξολογέω
παραδοξολογία
παραδοξολόγος
παράδοξος
παραδόσιμος
παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδράω
παραδρομή
παράδρομος
View word page
παραδοξολογία
παραδοξολογία παραδοξολογία, ἡ, a tale of wonder, marvel, Aeschin. from παραδοξολόγος

ShortDef

a tale of wonder, marvel

Debugging

Headword:
παραδοξολογία
Headword (normalized):
παραδοξολογία
Headword (normalized/stripped):
παραδοξολογια
IDX:
24550
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24578
Key:
paradocologi/a

Data

{'content': 'παραδοξολογία\n παραδοξολογία, ἡ,\n a tale of wonder, marvel, Aeschin.\n from παραδοξολόγος', 'key': 'paradocologi/a'}