Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραγεύω
παραγηράω
παραγίγνομαι
παραγιγνώσκω
παραγκάλισμα
παραγκωνίζω
παραγναθίς
παράγραμμα
παραγραφή
παραγράφω
παραγυμνόω
παράγω
παραγωγή
παραδακρύω
παραδαρθάνω
παράδειγμα
παραδειγματίζω
παραδειγματώδης
παραδείκνυμι
παραδειπνέομαι
παράδεισος
View word page
παραγυμνόω
παραγυμνόω fut. ώσω to lay bare at the side: metaph. to lay bare, disclose, τὸν πάντα λόγον Hdt.

ShortDef

to lay bare at the side

Debugging

Headword:
παραγυμνόω
Headword (normalized):
παραγυμνόω
Headword (normalized/stripped):
παραγυμνοω
IDX:
24530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24558
Key:
paragumno/w

Data

{'content': 'παραγυμνόω\n fut. ώσω\n to lay bare at the side: metaph. to lay bare, disclose, τὸν πάντα λόγον Hdt.', 'key': 'paragumno/w'}