Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παραγγέλλω
παράγγελμα
παράγγελσις
παραγεύω
παραγηράω
παραγίγνομαι
παραγιγνώσκω
παραγκάλισμα
παραγκωνίζω
παραγναθίς
παράγραμμα
παραγραφή
παραγράφω
παραγυμνόω
παράγω
παραγωγή
παραδακρύω
παραδαρθάνω
παράδειγμα
παραδειγματίζω
παραδειγματώδης
View word page
παράγραμμα
παράγραμμα παράγραμμα, ατος, τό, παραγράφω that which one writes beside, an additional clause, Dem.

ShortDef

that which one writes beside, an additional clause

Debugging

Headword:
παράγραμμα
Headword (normalized):
παράγραμμα
Headword (normalized/stripped):
παραγραμμα
IDX:
24527
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24555
Key:
para/gramma

Data

{'content': 'παράγραμμα\n παράγραμμα, ατος, τό,\n παραγράφω\n that which one writes beside, an additional clause, Dem.', 'key': 'para/gramma'}