Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παραβατός
παραβιάζομαι
παραβλαστάνω
παραβλέπω
παραβλήδην
παράβλημα
παραβλητέος
παραβλητός
παραβλώσκω
παραβλώψ
παραβοήθεια
παραβοηθέω
παραβολεύομαι
παραβολή
παράβολος
παράβυστος
παραβύω
παραγγελία
παραγγέλλω
παράγγελμα
παράγγελσις
View word page
παραβοήθεια
παραβοήθεια παραβοήθεια, ἡ, help, aid, succour, Plat. from παραβοηθέω
ShortDef
help, aid, succour
Debugging
Headword:
παραβοήθεια
Headword (normalized):
παραβοήθεια
Headword (normalized/stripped):
παραβοηθεια
IDX:
24509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24537
Key:
paraboh/qeia
Data
{'content': 'παραβοήθεια\n παραβοήθεια, ἡ,\n help, aid, succour, Plat.\n from παραβοηθέω', 'key': 'paraboh/qeia'}