Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παππῷος
πάπραξ
παπταίνω
πάπυρος
παραβάκτρος
παράβακχος
παραβάλλω
παραβάπτω
παράβασις
παραβάτης
παραβάτις
παραβατός
παραβιάζομαι
παραβλαστάνω
παραβλέπω
παραβλήδην
παράβλημα
παραβλητέος
παραβλητός
παραβλώσκω
παραβλώψ
View word page
παραβάτις
παραβάτις παραβάτις, poet. παραιβάτις, ιδος, fem. of παραβάτης a woman who follows the reapers, Theocr.
ShortDef
a woman who follows the reapers
Debugging
Headword:
παραβάτις
Headword (normalized):
παραβάτις
Headword (normalized/stripped):
παραβατις
IDX:
24498
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24526
Key:
paraba/tis
Data
{'content': 'παραβάτις\n παραβάτις, poet. παραιβάτις, ιδος,\n fem. of παραβάτης\n a woman who follows the reapers, Theocr.', 'key': 'paraba/tis'}