Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πάππης
παππίδιον
παππίζω
παππίας
πάππος
παππῷος
πάπραξ
παπταίνω
πάπυρος
παραβάκτρος
παράβακχος
παραβάλλω
παραβάπτω
παράβασις
παραβάτης
παραβάτις
παραβατός
παραβιάζομαι
παραβλαστάνω
παραβλέπω
παραβλήδην
View word page
παράβακχος
παράβακχος παρά-βακχος, ον, like a Bacchanal, theatrical, Plut.
ShortDef
like a Bacchanal, theatrical
Debugging
Headword:
παράβακχος
Headword (normalized):
παράβακχος
Headword (normalized/stripped):
παραβακχος
IDX:
24493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24521
Key:
para/bakxos
Data
{'content': 'παράβακχος\n παρά-βακχος, ον,\n like a Bacchanal, theatrical, Plut.', 'key': 'para/bakxos'}