Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πανουργέω
πανούργημα
πανουργία
πανουργιππαρχίδης
πανοῦργος
πανόψιος
Πάν
πανσαγία
πανσέληνος
πάνσεμνος
πάνσκοπος
πάνσοφος
πανσπερμία
πάνσπερμος
πανστρατιά
πανσυδίῃ
πανσυδί
πάνσυρτος
παντάλας
παντάπασι
πανταρκής
View word page
πάνσκοπος
πάνσκοπος πάν-σκοπος, ον, all-seeing, Anth.
ShortDef
all-seeing
Debugging
Headword:
πάνσκοπος
Headword (normalized):
πάνσκοπος
Headword (normalized/stripped):
πανσκοπος
IDX:
24418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24446
Key:
pa/nskopos
Data
{'content': 'πάνσκοπος\n πάν-σκοπος, ον,\n all-seeing, Anth.', 'key': 'pa/nskopos'}