Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πάνδημος
Πάνδια
πάνδικος
Πανδιονίδης
Πανδιονίς
πανδοκεῖον
πανδοκεύς
πανδοκεύτρια
πανδοκεύω
πανδοκέω
πάνδοκος
πανδοξία
πάνδυρτος
πανδυσία
πανδώρα
πάνδωρος
πανεθνεί
πανείκελος
Πανεῖον
πανελεύθερος
Πανέλληνες
View word page
πάνδοκος
πάνδοκος πάν-δοκος, ον, δέχομαι all-receiving, common to all, Pind., Aesch.: c. gen., δόμοι π. ξένων Aesch.

ShortDef

all-receiving, common to all

Debugging

Headword:
πάνδοκος
Headword (normalized):
πάνδοκος
Headword (normalized/stripped):
πανδοκος
IDX:
24347
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24375
Key:
pa/ndokos

Data

{'content': 'πάνδοκος\n πάν-δοκος, ον,\n δέχομαι\n all-receiving, common to all, Pind., Aesch.: c. gen., δόμοι π. ξένων Aesch.', 'key': 'pa/ndokos'}