Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
πάναρχος
πανατρεκής
παναφῆλιξ
πανάφθιτος
πανάφυκτος
πανάφυλλος
Παναχαιοί
παναώριος
πανδαισία
πανδάκρυτος
πανδαμάτωρ
πάνδεινος
πανδελέτειος
πανδερκής
πανδημεί
πανδημία
πανδήμιος
πάνδημος
Πάνδια
πάνδικος
Πανδιονίδης
View word page
πανδαμάτωρ
πανδαμάτωρ παν-δᾰμάτωρ (μᾰ), ορος, ὁ, δαμάω the all-subduer, all-tamer, Hom., Soph.
ShortDef
the all-subduer, all-tamer
Debugging
Headword:
πανδαμάτωρ
Headword (normalized):
πανδαμάτωρ
Headword (normalized/stripped):
πανδαματωρ
IDX:
24330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24358
Key:
pandama/twr
Data
{'content': 'πανδαμάτωρ\n παν-δᾰμάτωρ (μᾰ), ορος, ὁ,\n δαμάω\n the all-subduer, all-tamer, Hom., Soph.', 'key': 'pandama/twr'}