Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πάμφθαρτος
πάμφλεκτος
πάμφορβος
πάμφορος
πάμφυλος
πάμφωνος
παμψηφεί
πάμψυχος
πάναβρος
παναγής
παναγρεύς
πάναγρος
πανάγρυπνος
Παναθήναια
Παναθηναϊκός
πανάθλιος
παναιγλήεις
πάναιθος
παναίολος
παναίσχης
πάναισχρος
View word page
παναγρεύς
παναγρεύς πᾰν-αγρεύς, έως, ὁ, one who catches everything, Anth.

ShortDef

one who catches everything

Debugging

Headword:
παναγρεύς
Headword (normalized):
παναγρεύς
Headword (normalized/stripped):
παναγρευς
IDX:
24293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24321
Key:
panagreu/s

Data

{'content': 'παναγρεύς\n πᾰν-αγρεύς, έως, ὁ,\n one who catches everything, Anth.', 'key': 'panagreu/s'}