Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παμπληθής
πάμπληκτος
παμποίκιλος
πάμπολις
πάμπολυς
παμπόνηρος
παμπόρφυρος
παμπότνια
πάμπρεπτος
παμπρόσθη
πάμπρωτος
παμφάγος
παμφαής
παμφαίνω
παμφανόων
παμφάρμακος
παμφεγγής
πάμφθαρτος
πάμφλεκτος
πάμφορβος
πάμφορος
View word page
πάμπρωτος
πάμπρωτος πάμ-πρωτος, η, ον first of all, the very first, Il.: in neut. πάμπρωτον and -τα as adv., Hom.

ShortDef

first of all, the very first

Debugging

Headword:
πάμπρωτος
Headword (normalized):
πάμπρωτος
Headword (normalized/stripped):
παμπρωτος
IDX:
24276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24304
Key:
pa/mprwtos

Data

{'content': 'πάμπρωτος\n πάμ-πρωτος, η, ον\n first of all, the very first, Il.: in neut. πάμπρωτον and -τα as adv., Hom.', 'key': 'pa/mprwtos'}