Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

πάμμεγας
παμμεγέθης
παμμέλας
παμμήκης
πάμμηνος
παμμήτειρα
παμμήτωρ
παμμίαρος
παμμιγής
πάμμορος
παμπάλαιος
πάμπαν
παμπειθής
παμπήδην
παμπησία
παμπληθεί
παμπληθής
πάμπληκτος
παμποίκιλος
πάμπολις
πάμπολυς
View word page
παμπάλαιος
παμπάλαιος παμ-πάλαιος, ον, very old, Plat., etc.

ShortDef

very old

Debugging

Headword:
παμπάλαιος
Headword (normalized):
παμπάλαιος
Headword (normalized/stripped):
παμπαλαιος
IDX:
24260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24288
Key:
pampa/laios

Data

{'content': 'παμπάλαιος\n παμ-πάλαιος, ον,\n very old, Plat., etc.', 'key': 'pampa/laios'}