Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παλαστή
παλαστιαῖος
παλεύω
παλέω
πάλη
παλιγγενεσία
παλίγγλωσσος
παλιγκαπηλεύω
παλιγκάπηλος
παλίγκοτος
παλίγκραιπνος
παλιλλογέω
παλιλλογία
παλίλλογος
παλίμβαμος
παλιμβλαστής
παλίμβολος
παλιμμήκης
παλιμπετής
παλίμπηξις
παλίμπλαγκτος
View word page
παλίγκραιπνος
παλίγκραιπνος πᾰλίγ-κραιπνος, ον, very swift, Anth.
ShortDef
very swift
Debugging
Headword:
παλίγκραιπνος
Headword (normalized):
παλίγκραιπνος
Headword (normalized/stripped):
παλιγκραιπνος
IDX:
24173
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24201
Key:
pali/gkraipnos
Data
{'content': 'παλίγκραιπνος\n πᾰλίγ-κραιπνος, ον,\n very swift, Anth.', 'key': 'pali/gkraipnos'}