Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

παιδοκομέω
παιδοκόμος
παιδοκτονέω
παιδοκτόνος
παιδολετήρ
παιδολέτις
παιδολυμάς
παιδονομία
παιδονόμος
παιδοποιέω
παιδοποιία
παιδοποιός
παιδοπόρος
παιδοσπορέω
παιδοσπόρος
παιδοτριβέω
παιδοτρίβης
παιδοτριβικός
παιδοτροφία
παιδοτρόφος
παιδότρωτος
View word page
παιδοποιία
παιδοποιία παιδοποιία, ἡ, procreation of children, Plat. from παιδοποιός

ShortDef

procreation of children

Debugging

Headword:
παιδοποιία
Headword (normalized):
παιδοποιία
Headword (normalized/stripped):
παιδοποιια
IDX:
24096
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24122
Key:
paidopoii/a

Data

{'content': 'παιδοποιία\n παιδοποιία, ἡ,\n procreation of children, Plat.\n from παιδοποιός', 'key': 'paidopoii/a'}