Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
παγκρατιάζω
παγκρατιαστής
παγκρατιαστικός
παγκράτιον
πᾶγος
πάγος
πάγουρος
παγχάλεπος
παγχάλκεος
πάγχρηστος
πάγχριστος
παγχρύσεος
πάγχυ
πάθημα
πάθη
παθητικός
παθητός
πάθος
παιανίζω
παιανισμός
Παιάν
View word page
πάγχριστος
πάγχριστος πάγ-χριστος, ον, χρίω all-anointed: πάγχριστον (sc. φαρμακόν) seems to mean full-anointing, Soph.
ShortDef
all-anointed
Debugging
Headword:
πάγχριστος
Headword (normalized):
πάγχριστος
Headword (normalized/stripped):
παγχριστος
IDX:
24038
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24064
Key:
pa/gxristos
Data
{'content': 'πάγχριστος\n πάγ-χριστος, ον,\n χρίω\n all-anointed: πάγχριστον (sc. φαρμακόν) seems to mean full-anointing, Soph.', 'key': 'pa/gxristos'}