Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὀψοφαγία
ὀψοφάγος
ὄψ
ὀψωνέω
ὀψώνης
ὀψωνιάζω
ὀψωνιασμός
ὀψώνιον
παγγέλοιος
παγγενέτειρα
παγγενέτης
παγγλωσσία
πάγγλωσσος
παγετός
παγετώδης
πάγη
παγιδεύω
πάγιος
παγίς
παγκαίνιστος
πάγκακος
View word page
παγγενέτης
παγγενέτης παγ-γενέτης, ου, ὁ, father of all.
ShortDef
father of all
Debugging
Headword:
παγγενέτης
Headword (normalized):
παγγενέτης
Headword (normalized/stripped):
παγγενετης
IDX:
24007
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n24033
Key:
paggene/ths
Data
{'content': 'παγγενέτης\n παγ-γενέτης, ου, ὁ,\n father of all.', 'key': 'paggene/ths'}