ὀψοποιικός
ὀψοποιικός
ὀψοποιικός, ή, όν
= ὀψοποιητικός, Plat., Xen.
from ὀψοποιός
{
"content": "ὀψοποιικός\n ὀψοποιικός, ή, όν\n = ὀψοποιητικός, Plat., Xen.\n from ὀψοποιός",
"key": "o)yopoiiko/s"
}