Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
οὐραγία
οὐραγός
οὐραῖος
Οὐρανία
Οὐρανίδης
οὐράνιος
οὐρανίσκος
οὐρανίς
Οὐρανίωνες
οὐρανογνώμων
οὐρανόδεικτος
οὐρανόθεν
οὐρανόθι
οὐρανομήκης
οὐρανός
οὐρανοῦχος
οὐρά
οὐρεόφοιτος
οὐρεσιβώτης
οὐρεσίοικος
οὐρεσιφοίτης
View word page
οὐρανόδεικτος
οὐρανόδεικτος οὐρᾰνό-δεικτος, ον, shewn from heaven, shewing itself in heaven, Hhymn.
ShortDef
shewn from heaven, shewing itself in heaven
Debugging
Headword:
οὐρανόδεικτος
Headword (normalized):
οὐρανόδεικτος
Headword (normalized/stripped):
ουρανοδεικτος
IDX:
23870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23894
Key:
ou)rano/deiktos
Data
{'content': 'οὐρανόδεικτος\n οὐρᾰνό-δεικτος, ον,\n shewn from heaven, shewing itself in heaven, Hhymn.', 'key': 'ou)rano/deiktos'}