Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

οὐκοῦν
οὔκουν
οὐκ ἄρα
οὐλαί
οὐλαμός
οὐλή
οὐλή
οὔλιος
οὐλόθριξ
οὐλοκάρηνος
οὐλόκερως
οὐλόμενος
οὖλον
οὐλόπους
οὖλος
οὖλος2
οὖλος3
οὐλοτριχέω
οὐλοχύται
Οὐλυμπόθεν
οὔλω
View word page
οὐλόκερως
οὐλόκερως οὐλό-κερως, ων, οὖλοs2 with twisted horns, Strab.

ShortDef

with twisted horns

Debugging

Headword:
οὐλόκερως
Headword (normalized):
οὐλόκερως
Headword (normalized/stripped):
ουλοκερως
IDX:
23828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23852
Key:
ou)lo/kerws

Data

{'content': 'οὐλόκερως\n οὐλό-κερως, ων,\n οὖλοs2\n with twisted horns, Strab.', 'key': 'ou)lo/kerws'}