Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνανεάζω
ἀνανέμω
ἀνανέομαι
ἀνανεόομαι
ἀνανεύω
ἀνανέωσις
ἀνανήφω
ἀνανθής
ἀνανταγώνιστος
ἄναντα
ἀνάντης
ἀναντίλεκτος
ἀναξαίνω
ἀναξηραίνω
ἀναξία
ἀνάξιος
ἀναξιφόρμιγξ
ἄναξ
ἀναξυρίδες
ἀναξύω
ἀναπαιδεύω
View word page
ἀνάντης
ἀνάντης ἀνά, ἀντάω up-hill, steep, Hdt., Plat., Xen.; πρὸς τὸ ἄναντες to the highest point, Plat.

ShortDef

up-hill, steep

Debugging

Headword:
ἀνάντης
Headword (normalized):
ἀνάντης
Headword (normalized/stripped):
αναντης
IDX:
2375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2376
Key:
a)na/nths

Data

{'content': 'ἀνάντης\n ἀνά, ἀντάω\n up-hill, steep, Hdt., Plat., Xen.; πρὸς τὸ ἄναντες to the highest point, Plat.', 'key': 'a)na/nths'}