Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄνανδρος
ἀνάνδρωτος
ἀνανεάζω
ἀνανέμω
ἀνανέομαι
ἀνανεόομαι
ἀνανεύω
ἀνανέωσις
ἀνανήφω
ἀνανθής
ἀνανταγώνιστος
ἄναντα
ἀνάντης
ἀναντίλεκτος
ἀναξαίνω
ἀναξηραίνω
ἀναξία
ἀνάξιος
ἀναξιφόρμιγξ
ἄναξ
ἀναξυρίδες
View word page
ἀνανταγώνιστος
ἀνανταγώνιστος ἀγωνίζομαι without a rival, without a struggle, Thuc.: uncontested, unalloyed, Thuc.:—adv. -τως. irresistible, Plut.
ShortDef
without a rival, without a struggle
Debugging
Headword:
ἀνανταγώνιστος
Headword (normalized):
ἀνανταγώνιστος
Headword (normalized/stripped):
ανανταγωνιστος
IDX:
2373
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2374
Key:
a)nantagw/nistos
Data
{'content': 'ἀνανταγώνιστος\n ἀγωνίζομαι\n without a rival, without a struggle, Thuc.: uncontested, unalloyed, Thuc.:—adv. -τως.\n irresistible, Plut.', 'key': 'a)nantagw/nistos'}