Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὀροφίας
ὄροφος
ὁρόω
ὄρπετον
ὄρπηξ
ὀρροπύγιον
ὄρρος
ὀρρωδέω
ὀρρωδία
ὀρσίκτυπος
ὀρσινεφής
ὀρσίπους
ὀρσοθύρη
ὀρσολοπεύω
ὀρσόλοπος
ὀρσοτρίαινα
ὀρτάλιχος
Ὀρτυγία
ὀρτυγοθήρας
ὀρτυγοκόπος
ὀρτυγομήτρα
View word page
ὀρσινεφής
ὀρσινεφής ὀρσῐ-νεφής, ές νέφος cloud-raising, Pind.
ShortDef
cloud-raising
Debugging
Headword:
ὀρσινεφής
Headword (normalized):
ὀρσινεφής
Headword (normalized/stripped):
ορσινεφης
IDX:
23662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23686
Key:
o)rsinefh/s
Data
{'content': 'ὀρσινεφής\n ὀρσῐ-νεφής, ές\n νέφος\n cloud-raising, Pind.', 'key': 'o)rsinefh/s'}