Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀρθομαντεία
ὀρθόμαντις
ὀρθονόμος
ὀρθοποδέω
ὀρθόπολις
ὀρθόπους
ὀρθός
ὀρθοστάδην
ὀρθοστάτης
ὀρθόστατος
ὀρθότης
ὀρθοτομέω
ὀρθόω
ὀρθρεύω
ὀρθρίδιος
ὀρθρίζω
ὀρθρινός
ὄρθριος
ὀρθροβόης
ὀρθρογόη
ὀρθρολάλος
View word page
ὀρθότης
ὀρθότης ὀρθότης, ητος, ἡ, ὀρθός upright posture, erectness, Xen. metaph. rightness, correctness, Ar., Plat.

ShortDef

upright posture, erectness

Debugging

Headword:
ὀρθότης
Headword (normalized):
ὀρθότης
Headword (normalized/stripped):
ορθοτης
IDX:
23560
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23584
Key:
o)rqo/ths

Data

{'content': 'ὀρθότης\n ὀρθότης, ητος, ἡ,\n ὀρθός\n upright posture, erectness, Xen.\n metaph. rightness, correctness, Ar., Plat.', 'key': 'o)rqo/ths'}