Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὀργιοφάντης
ὀργιστέος
ὀργυιαῖος
ὄργυια
ὄρεγμα
ὀρέγνυμι
ὀρέγω
ὀρειάρχης
ὀρειάς
ὀρειβασία
ὀρειβάσια
ὀρειβατέω
ὀρειβάτης
ὀρειδρομία
ὀρειδρόμος
ὀρεινόμος
ὀρεινός
ὀρειονόμος
ὄρειος
ὀρειοχαρής
ὀρείτης
View word page
ὀρειβάσια
ὀρειβάσια from ὀρειβάτης (ᾰ) ὀρειβάσια (sc. ἱερά) a festival in which persons traversed the mountains, Strab.
ShortDef
a festival in which persons traversed the mountains
Debugging
Headword:
ὀρειβάσια
Headword (normalized):
ὀρειβάσια
Headword (normalized/stripped):
ορειβασια
IDX:
23499
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23523
Key:
o)reiba/sia
Data
{'content': 'ὀρειβάσια\n from ὀρειβάτης (ᾰ)\n ὀρειβάσια (sc. ἱερά) a festival in which persons traversed the mountains, Strab.', 'key': 'o)reiba/sia'}