Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὁπότε
ὁπότερος
ὁποτέρωθε
ὁποτέρωθι
ὁποτέρωσε
ὅπου
ὄππα
ὀππάτεσσι
ὀπτάζομαι
ὀπταλέος
ὀπτάνιον
ὀπτασία
ὀπτάω
ὀπτεύω
ὀπτήρια
ὀπτήρ
ὀπτίλος
ὀπτίων
ὀπτός
ὀπυίω
ὀπωπή
View word page
ὀπτάνιον
ὀπτάνιον ὀπτάνιον, ου, τό, ὀπτάω a place for roasting, a kitchen, Ar.

ShortDef

a place for roasting, a kitchen

Debugging

Headword:
ὀπτάνιον
Headword (normalized):
ὀπτάνιον
Headword (normalized/stripped):
οπτανιον
IDX:
23446
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23470
Key:
o)pta/nion

Data

{'content': 'ὀπτάνιον\n ὀπτάνιον, ου, τό,\n ὀπτάω\n a place for roasting, a kitchen, Ar.', 'key': 'o)pta/nion'}