Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀξυρεπής
ὀξύρροπος
ὀξύς
ὀξύστομος
ὀξύτης
ὀξυτόμος
ὀξύτονος
ὀξυτόρος
ὀξύφθογγος
ὀξύφρων
ὀξυφωνία
ὀξύφωνος
ὀξύχειρ
ὀξύχολος
ὀξυωπής
ὀπηδέω
ὀπαδός
ὀπάζω
ὀπαῖον
ὄπατρος
ὀπάων
View word page
ὀξυφωνία
ὀξυφωνία ὀξῠφωνία, ἡ, sharpness of voice, Arist. from ὀξύφωνος

ShortDef

sharpness of voice

Debugging

Headword:
ὀξυφωνία
Headword (normalized):
ὀξυφωνία
Headword (normalized/stripped):
οξυφωνια
IDX:
23357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23381
Key:
o)cufwni/a

Data

{'content': 'ὀξυφωνία\n ὀξῠφωνία, ἡ,\n sharpness of voice, Arist.\n from ὀξύφωνος', 'key': 'o)cufwni/a'}