Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀξίνης
ὀξίς
ὄξος
ὀξύα
ὀξύβαφον
ὀξυβελής
ὀξυβόας
ὀξύγαλα
ὀξύγοος
ὀξυδερκής
ὀξύδουπος
ὀξύθηκτος
ὀξυθυμέω
ὀξυθυμία
ὀξύθυμος
ὀξυκάρδιος
ὀξύκομος
ὀξυκώκυτος
ὀξυλαβέω
ὀξυλάλος
ὀξυμάθεια
View word page
ὀξύδουπος
ὀξύδουπος ὀξύ-δουπος, ον, sharp-sounding, Anth.

ShortDef

sharp-sounding

Debugging

Headword:
ὀξύδουπος
Headword (normalized):
ὀξύδουπος
Headword (normalized/stripped):
οξυδουπος
IDX:
23323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23347
Key:
o)cu/doupos

Data

{'content': 'ὀξύδουπος\n ὀξύ-δουπος, ον,\n sharp-sounding, Anth.', 'key': 'o)cu/doupos'}