Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἄναλτος
ἀνάλυσις
ἀναλυτήρ
ἀναλύω
ἀνάλωμα
ἀνάλωσις
ἀναλωτής
ἀναλωτικός
ἀνάλωτος
ἀναμαιμάω
ἀναμανθάνω
ἀναμάξευτος
ἀναμάρτητος
ἀναμασάομαι
ἀναμάσσω
ἀναμάχομαι
ἀνάμβατος
ἀναμέλπω
ἀναμένω
ἀνάμεσος
ἀνάμεστος
View word page
ἀναμανθάνω
ἀναμανθάνω to inquire closely, Hdt.
ShortDef
to inquire closely
Debugging
Headword:
ἀναμανθάνω
Headword (normalized):
ἀναμανθάνω
Headword (normalized/stripped):
αναμανθανω
IDX:
2332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2333
Key:
a)namanqa/nw
Data
{'content': 'ἀναμανθάνω\n to inquire closely, Hdt.', 'key': 'a)namanqa/nw'}