Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ὀνήτωρ
ὄνθος
ὀνίδιον
ὀνικός
ὀνίνημι
ὀνίς
ὀνοβατέω
ὀνομάζω
ὀνομαίνω
ὄνομαι
ὀνομακλήδην
ὀνομακλήτωρ
ὀνομακλυτός
ὄνομα
ὀνομαστί
ὀνομαστός
ὀνοματολόγος
ὀνοματοποιέω
ὄνος
ὀνοστός
ὀνοτάζω
View word page
ὀνομακλήδην
ὀνομακλήδην καλέω calling by name, by name, Lat. nominatim, Od.
ShortDef
calling by name, by name
Debugging
Headword:
ὀνομακλήδην
Headword (normalized):
ὀνομακλήδην
Headword (normalized/stripped):
ονομακληδην
IDX:
23294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n23317
Key:
o)nomaklh/dhn
Data
{'content': 'ὀνομακλήδην\n \n καλέω\n calling by name, by name, Lat. nominatim, Od.', 'key': 'o)nomaklh/dhn'}