Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀναλθής
ἀνάλιος
ἀνάλιπος
ἀναλίσκω
ἀνάλκεια
ἄναλκις
ἀνάλλομαι
ἄναλμος
ἀναλογία
ἀναλογίζομαι
ἀναλογισμός
ἀνάλογος
ἄναλτος
ἀνάλυσις
ἀναλυτήρ
ἀναλύω
ἀνάλωμα
ἀνάλωσις
ἀναλωτής
ἀναλωτικός
ἀνάλωτος
View word page
ἀναλογισμός
ἀναλογισμός from ἀναλογίζομαι reconsideration, Thuc.:— a course or line of reasoning, Xen. κατὰ τὸν ἀναλογισμόν according to proportionate calculation, ap. Dem.

ShortDef

reconsideration

Debugging

Headword:
ἀναλογισμός
Headword (normalized):
ἀναλογισμός
Headword (normalized/stripped):
αναλογισμος
IDX:
2320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2321
Key:
a)nalogismo/s

Data

{'content': 'ἀναλογισμός\n from ἀναλογίζομαι\n reconsideration, Thuc.:— a course or line of reasoning, Xen.\n κατὰ τὸν ἀναλογισμόν according to proportionate calculation, ap. Dem.', 'key': 'a)nalogismo/s'}