Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀκριάομαι
ὀκρίβας
ὀκριόεις
ὄκρις
ὀκρυόεις
ὀκτάβλωμος
ὀκτάδραχμος
ὀκταήμερος
ὀκτάκις
ὀκτακισχίλιοι
ὀκτάκνημος
ὀκτακόσιοι
ὀκτάμηνος
ὀκταπλάσιος
ὀκταπόδης
ὀκτάπους
ὀκτάρριζος
ὀκτάρρυμος
ὀκτάτονος
ὀκτωκαιδεκάδραχμος
ὀκτωκαιδεκαέτης
View word page
ὀκτάκνημος
ὀκτάκνημος ὀκτά-κνημος, ον, κνήμη eight-spoked, Il.

ShortDef

eight-spoked

Debugging

Headword:
ὀκτάκνημος
Headword (normalized):
ὀκτάκνημος
Headword (normalized/stripped):
οκτακνημος
IDX:
22929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22952
Key:
o)kta/knhmos

Data

{'content': 'ὀκτάκνημος\n ὀκτά-κνημος, ον,\n κνήμη\n eight-spoked, Il.', 'key': 'o)kta/knhmos'}