Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

οἰωνόθροος
οἰωνοκτόνος
οἰωνόμαντις
οἰωνοπόλος
οἰωνοσκοπέω
οἰωνοσκόπος
οἰωνός
οἵως
ὀκέλλω
ὀκλαδίας
ὀκλαδιστί
ὀκλάζω
ὀκνέω
ὀκνηρός
ὄκνος
ὀκριάομαι
ὀκρίβας
ὀκριόεις
ὄκρις
ὀκρυόεις
ὀκτάβλωμος
View word page
ὀκλαδιστί
ὀκλαδιστί squatting, of a frog, Babr. from ὀκλάζω

ShortDef

squatting

Debugging

Headword:
ὀκλαδιστί
Headword (normalized):
ὀκλαδιστί
Headword (normalized/stripped):
οκλαδιστι
IDX:
22914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22937
Key:
o)kladisti/

Data

{'content': 'ὀκλαδιστί\n squatting, of a frog, Babr.\n from ὀκλάζω', 'key': 'o)kladisti/'}