Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
οἶος
οἷος
οἰοχίτων
οἴ
οἷ
οἷπερ
ὄϊς
οἰστέος
ὀϊστευτήρ
ὀϊστεύω
ὀϊστοβόλος
ὀϊστοδέγμων
ὀϊστός
οἰστός
οἰστράω
οἰστρήλατος
οἴστρημα
οἰστροβολέω
οἰστροδίνητος
οἰστροπλήξ
οἶστρος
View word page
ὀϊστοβόλος
ὀϊστοβόλος ὀϊστο-βόλος, ον, βάλλω arrow-shooting, Anth.
ShortDef
arrow-shooting
Debugging
Headword:
ὀϊστοβόλος
Headword (normalized):
ὀϊστοβόλος
Headword (normalized/stripped):
οιστοβολος
IDX:
22874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22897
Key:
o)istobo/los
Data
{'content': 'ὀϊστοβόλος\n ὀϊστο-βόλος, ον,\n βάλλω\n arrow-shooting, Anth.', 'key': 'o)istobo/los'}