Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

οἰνοῦττα
οἰνοφαγία
οἰνοφλυγία
οἰνόφλυξ
οἰνοφόρος
Οἰνόφυτα
οἰνόφυτος
οἰνοχαρής
οἰνοχάρων
οἰνοχοεύω
οἰνοχοέω
οἰνοχόημα
οἰνοχόη
οἰνοχόος
οἰνόχυτος
οἶνοψ
οἰνόω
οἰνών
οἰνωπός
οἰνώψ
οἰόβατος
View word page
οἰνοχοέω
οἰνοχοέω οἰνοχόος to pour out wine for drinking, Hom. c. acc., νέκταρ ἐωινοχόει she was pouring out nectar for wine, Il.

ShortDef

to pour out wine; be a cup bearer

Debugging

Headword:
οἰνοχοέω
Headword (normalized):
οἰνοχοέω
Headword (normalized/stripped):
οινοχοεω
IDX:
22839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22862
Key:
oi)noxoe/w

Data

{'content': 'οἰνοχοέω\n οἰνοχόος\n to pour out wine for drinking, Hom.\n c. acc., νέκταρ ἐωινοχόει she was pouring out nectar for wine, Il.', 'key': 'oi)noxoe/w'}