Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

οἰνήρυσις
οἰνίζω
οἰνοβαρείων
οἰνοβαρέω
οἰνοβαρής
οἰνοβρεχής
οἰνοδόκος
οἰνοδότης
οἰνόεις
Οἰνόη
οἰνόμελι
οἰνόπεδος
οἰνοπέπαντος
οἰνοπλάνητος
οἰνοπληθής
οἰνοπλήξ
οἰνοποτάζω
οἰνοποτήρ
οἶνος
οἰνοτρόφος
οἰνοῦττα
View word page
οἰνόμελι
οἰνόμελι οἰνό-μελι, ῐτος, εος, τό, honey mixed with wine, mead, Anth.

ShortDef

honey mixed with wine, mead

Debugging

Headword:
οἰνόμελι
Headword (normalized):
οἰνόμελι
Headword (normalized/stripped):
οινομελι
IDX:
22819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22842
Key:
oi)no/meli

Data

{'content': 'οἰνόμελι\n οἰνό-μελι, ῐτος, εος, τό,\n honey mixed with wine, mead, Anth.', 'key': 'oi)no/meli'}