Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

οἰκουργός
οἰκουρέω
οἰκούρημα
οἰκουρία
οἰκουρικός
οἰκούριος
οἰκουρός
οἰκοφθορέω
οἰκοφθορία
οἰκοφθόρος
οἰκοφύλαξ
οἰκτειρέω
οἰκτίρω
οἰκτίζω
οἰκτιρμός
οἰκτίρμων
οἰκτίρω
οἴκτισμα
οἰκτισμός
οἴκτιστος
οἶκτος
View word page
οἰκοφύλαξ
οἰκοφύλαξ οἰκο-φύ_λαξ, ακος, a house-guard, Anth.

ShortDef

a house-guard

Debugging

Headword:
οἰκοφύλαξ
Headword (normalized):
οἰκοφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
οικοφυλαξ
IDX:
22775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22798
Key:
oi)kofu/lac

Data

{'content': 'οἰκοφύλαξ\n οἰκο-φύ_λαξ, ακος,\n a house-guard, Anth.', 'key': 'oi)kofu/lac'}