Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
οἰκιστήρ
οἰκιστής
οἰκογενής
οἰκοδεσποτέω
οἰκοδεσπότης
οἰκοδομέω
οἰκοδόμημα
οἰκοδομή
οἰκοδόμησις
οἰκοδομητέος
οἰκοδομητικός
οἰκοδομητός
οἰκοδομία
οἰκοδομικός
οἰκοδόμος
οἴκοθεν
οἴκοθι
οἴκοι
οἶκόνδε
οἰκονομέω
οἰκονομία
View word page
οἰκοδομητικός
οἰκοδομητικός οἰκοδομητικός, ή, όν fitted for building: ἡ -κή (sc. τέχνη) architecture, Luc.
ShortDef
fitted for building
Debugging
Headword:
οἰκοδομητικός
Headword (normalized):
οἰκοδομητικός
Headword (normalized/stripped):
οικοδομητικος
IDX:
22741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22764
Key:
oi)kodomhtiko/s
Data
{'content': 'οἰκοδομητικός\n οἰκοδομητικός, ή, όν\n fitted for building: ἡ -κή (sc. τέχνη) architecture, Luc.', 'key': 'oi)kodomhtiko/s'}