Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀθνεῖος
ὄθομαι
ὀθόνη
ὀθόνιον
ὁθούνεκα
ὄθριξ
Ὄθρυς
οἰακίζω
οἰακονόμος
οἰακοστροφέω
οἰακοστρόφος
οἴαξ
οἰάτης
οἴγω
οἰδάνω
οἶδα
οἰδέω
οἴδημα
Οἰδιπόδειος
Οἰδιπόδης
Οἰδίπους
View word page
οἰακοστρόφος
οἰακοστρόφος οἰᾱκο-στρόφος, ὁ, στρέφω = οἰακονόμος, Aesch., Eur.

ShortDef

guiding the tiller; helmsman

Debugging

Headword:
οἰακοστρόφος
Headword (normalized):
οἰακοστρόφος
Headword (normalized/stripped):
οιακοστροφος
IDX:
22676
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22699
Key:
oi)akostro/fos

Data

{'content': 'οἰακοστρόφος\n οἰᾱκο-στρόφος, ὁ,\n στρέφω\n = οἰακονόμος, Aesch., Eur.', 'key': 'oi)akostro/fos'}