Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ὀβολός
ὀβολοστατέω
ὀβολοστάτης
ὀβολοστατική
ὄβρια
ὀβριμοεργός
ὀβριμόθυμος
ὀβριμοπάτρη
ὄβριμος
ὀγδόατος
ὀγδοήκοντα
ὀγδοηκοντατέσσαρες
ὀγδοηκοντούτης
ὀγδοηκοστός
ὄγδοος
ὅ γε
ὀγκάομαι
Ὄγκα
ὀγκηρός
ὀγκητής
ὄγκιον
View word page
ὀγδοήκοντα
ὀγδοήκοντα eighty, Lat. octoginta, Thuc., etc.:—Ionic and Doric ὀγδώκοντα, Il., Theocr.

ShortDef

eighty

Debugging

Headword:
ὀγδοήκοντα
Headword (normalized):
ὀγδοήκοντα
Headword (normalized/stripped):
ογδοηκοντα
IDX:
22592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22615
Key:
o)gdoh/konta

Data

{'content': 'ὀγδοήκοντα\n eighty, Lat. octoginta, Thuc., etc.:—Ionic and Doric ὀγδώκοντα, Il., Theocr.', 'key': 'o)gdoh/konta'}