Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Ὄασις
ὀβελίσκος
ὀβελός
ὀβολός
ὀβολοστατέω
ὀβολοστάτης
ὀβολοστατική
ὄβρια
ὀβριμοεργός
ὀβριμόθυμος
ὀβριμοπάτρη
ὄβριμος
ὀγδόατος
ὀγδοήκοντα
ὀγδοηκοντατέσσαρες
ὀγδοηκοντούτης
ὀγδοηκοστός
ὄγδοος
ὅ γε
ὀγκάομαι
Ὄγκα
View word page
ὀβριμοπάτρη
ὀβριμοπάτρη ὀβρῐμο-πάτρη, ἡ, πατήρ daughter of a mighty sire, Il., Solon., etc.
ShortDef
daughter of a mighty sire
Debugging
Headword:
ὀβριμοπάτρη
Headword (normalized):
ὀβριμοπάτρη
Headword (normalized/stripped):
οβριμοπατρη
IDX:
22589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22612
Key:
o)brimopa/trh
Data
{'content': 'ὀβριμοπάτρη\n ὀβρῐμο-πάτρη, ἡ,\n πατήρ\n daughter of a mighty sire, Il., Solon., etc.', 'key': 'o)brimopa/trh'}