Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ξυνός
ξυνόφρων
ξυνοχαρής
ξυνωρίς
ξυρέω
ξυρήκης
ξυρόν
ξυσμή
ξυστήρ
ξυστίς
ξυστοβόλος
ξυστόν
ξυστός
ξυστός2
ξυστοφόρος
ξύω
ὀά
ὀαρίζω
ὀαρισμός
ὀαριστής
ὀαριστύς
View word page
ξυστοβόλος
ξυστοβόλος ξυστο-βόλος, ον, βάλλω spear-darting, Anth.
ShortDef
spear-darting
Debugging
Headword:
ξυστοβόλος
Headword (normalized):
ξυστοβόλος
Headword (normalized/stripped):
ξυστοβολος
IDX:
22566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22589
Key:
custobo/los
Data
{'content': 'ξυστοβόλος\n ξυστο-βόλος, ον,\n βάλλω\n spear-darting, Anth.', 'key': 'custobo/los'}