Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ξενόεις
ξενοθυτέω
ξενοκτονέω
ξενοκτόνος
ξενολογέω
ξενολόγος
ξενοπαθέω
ξένος
ξενόστασις
ξενοσύνη
ξενότιμος
ξενοτροφέω
ξενοφονέω
ξενοφόνος
ξενόω
ξενών
ξένωσις
ξερόν
ξέσμα
ξέστης
ξεστός
View word page
ξενότιμος
ξενότιμος ξενό-τῑμος, ον, τιμή honouring strangers, Aesch.

ShortDef

honouring strangers

Debugging

Headword:
ξενότιμος
Headword (normalized):
ξενότιμος
Headword (normalized/stripped):
ξενοτιμος
IDX:
22497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22520
Key:
ceno/timos

Data

{'content': 'ξενότιμος\n ξενό-τῑμος, ον,\n τιμή\n honouring strangers, Aesch.', 'key': 'ceno/timos'}