Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
νώθεια
νωθής
νωθρός
νωΐτερος
νωλεμές
νωμάω
νώνυμνος
νώνυμος
νῶροψ
νωτάκμων
νωτιαῖος
νωτίζω
νώτισμα
νῶτον
νωτοφόρος
νωχελής
νωχελία
ξαίνω
ξανθίζω
Ξανθίας
ξανθόθριξ
View word page
νωτιαῖος
νωτιαῖος νωτιαῖος, α, ον νῶτον of the back or spine, ν. ἄρθρα the spinal vertebrae, Eur.
ShortDef
of the back
Debugging
Headword:
νωτιαῖος
Headword (normalized):
νωτιαῖος
Headword (normalized/stripped):
νωτιαιος
IDX:
22445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n22467
Key:
nwtiai=os
Data
{'content': 'νωτιαῖος\n νωτιαῖος, α, ον\n νῶτον\n of the back or spine, ν. ἄρθρα the spinal vertebrae, Eur.', 'key': 'nwtiai=os'}